Ουδείς αμφισβητεί, σήμερα, την τεχνοεπιστημονική ικανότητα του είδους μας να υλοποιήσει το όνειρο (ή τον εφιάλτη) της «μετα-ανθρώπινης» κατάστασης. Πολυάριθμες και σοβαρές αντιρρήσεις, αντίθετα, μπορούν να διατυπωθούν σχετικά με τις σκοτεινές πολιτικές σκοπιμότητες, καθώς και την πραγματική ιστορική αναγκαιότητα του επικείμενου βιολογικού επανασχεδιασμού του ανθρώπινου είδους· μία επιλογή χωρίς επιστροφή, άπαξ και ξεκινήσει.
Για το συλλογικό φαντασιακό των δυτικών κοινωνιών, η επιστημονική έρευνα της πραγματικότητας έχει αξία και νόημα μόνο στο μέτρο που μας αποκαλύπτει τους «αιώνιους» και «αμετάβλητους» νόμους της φύσης, οι οποίοι μας επιτρέπουν να προβλέπουμε με ακρίβεια τα μελλούμενα. Στο σημερινό και το επόμενο άρθρο θα αναζητήσουμε κάποιες εύλογες επιστημονικά απαντήσεις στο φαινομενικά φουτουριστικό ερώτημα αν η πορεία προς τη «μετα-ανθρώπινη κατάσταση» πρέπει να θεωρείται όχι μόνο τεχνολογικά εφικτή, αλλά και βιολογικά ή ιστορικά αναπόφευκτη. Αν δηλαδή, στις εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες της Ανθρωπόκαινου εποχής, ο επανασχεδιασμός και η (αυτο-)μετεξέλιξη του ανθρώπινου είδους αποτελεί όντως επαρκή συνθήκη για την επιβίωσή μας.
Οι βιοπολιτικές επιλογές υποβάθμισης
και απαξίωσης της ανθρώπινης ζωής
Υπάρχει κάτι βαθύτατα άρρωστο και ολοφάνερα παθολογικό στις σημερινές κοινωνίες της διαρκούς απορρύθμισης, της παγκοσμιοποίησης δηλαδή των τοπικών κρίσεων που προκύπτουν από τη νεοφιλελεύθερη ασυδοσία των αγορών και τον ανορθολογικό οικονομικό ανταγωνισμό. Αυτή η παθολογία, ωστόσο, δεν εκδηλώνεται μόνο στις εμφανώς μη λειτουργικές κοινωνικοοικονομικές υποδομές, αλλά αντανακλάται και στη γενικευμένη δυσφορία των ανθρώπων, που με τη σειρά της ανατροφοδοτεί και επιτείνει όχι μόνο την υποκειμενική κατάρρευση αλλά και την κοινωνική αποσύνθεση. Μια πρωτοφανής μαζική ψυχολογική-βιολογική έκπτωση του ανθρώπινου δυναμικού, που συντελείται, παραδόξως, κατά την ακμή της Ανθρωπόκαινου, τη γεωλογική εποχή της σχεδόν απόλυτης κυριαρχίας του είδους μας. Μια πλανητικών διαστάσεων ανθρωπιστική κρίση, που επιχειρούμε ατελέσφορα να τη θεραπεύσουμε με τα νόμιμα ψυχοκατασταλτικά «ναρκωτικά»: από την αναξιοκρατική και άρα ανάξια κοινωνική, επαγγελματική ή οικονομική επιτυχία μέχρι τις πολυποίκιλες καταναλωτικές απολαύσεις.
Κι όταν, όπως όλο και συχνότερα διαπιστώνουμε, αυτές οι ψευδαισθητικές «θεραπείες» αποτυγχάνουν, οι άνθρωποι καταφεύγουν μαζικά σε κάποια ιδιωτική εικονική πραγματικότητα ή, στις πιο ακραίες περιπτώσεις, σε αυτοκαταστροφικές πρακτικές (αλκοόλ, ναρκωτικά). Ο μετανεωτερικός «Παράδεισος» των αγορών είναι μια καλοσχεδιασμένη πλανητική φυλακή, ένα αόρατο μεταλλικό κλουβί από το οποίο δεν επιτρέπεται να διαφύγει κανείς, ούτε καν οι φύλακες.
Αν όντως είναι αυτά τα συμπτώματα της σημερινής ανθρωπιστικής κρίσης, τότε ποια μπορεί να είναι η έξοδος από το κοινωνικοπολιτικό και βιο-οικολογικό αδιέξοδο, που όπως είδαμε είναι αποκλειστικά ανθρωπογενές; Μήπως τελικά έχουν δίκιο όσοι υποστηρίζουν αναφανδόν και επενδύουν αποκλειστικά σε μια βιοτεχνολογική «τελική λύση» του πλανητικού προβλήματος Ανθρωπος;
Μπορούμε, άραγε, βασιζόμενοι στις διαθέσιμες τεχνοεπιστημονικές μας δυνατότητες και στις τρέχουσες βιοπολιτικές επιλογές μας να προδιαγράψουμε ή, έστω, να προβλέψουμε με σχετική ακρίβεια την εξελικτική πορεία του είδους μας; Σε πολύ πιο «αθώες» ιστορικές εποχές, οι άνθρωποι εναπόθεταν τις αγωνίες και τις ελπίδες τους για το μέλλον στη θεϊκή πρόνοια και βούληση και, κυρίως, στη δήθεν υπερφυσική ικανότητα ορισμένων εκλεκτών ανθρώπων να γνωρίζουν και να ερμηνεύουν, εκ των προτέρων, τα θεϊκά σημεία.
Μαντικές προφητείες και επιστημονικές προβλέψεις
Μάντεις και προφήτες διέθεταν υποτίθεται το χάρισμα να διαβάζουν τα «σημεία των καιρών» και να τα μεταφράζουν σε προβλέψεις για «τα εσόμενα» και χάρη σε αυτή τη «μαγική» ικανότητά τους μπορούσαν να προβλέπουν και, ενίοτε, να επηρεάζουν τα ανθρώπινα πράγματα. Στις νεωτερικές κοινωνίες, ωστόσο, η πρόβλεψη των μελλοντικών γεγονότων έχει ανατεθεί αυτεπαγγέλτως στο νέο επιστημονικό «ιερατείο», το οποίο προτιμά να ανακοινώνει τους επιστημονικούς χρησμούς του για το μέλλον σε συνέδρια, σε ειδικές διεθνείς και εθνικές επιτροπές και μόνο κατόπιν στα ΜΜΕ.
Δυστυχώς όμως, οι προβλεπτικές ικανότητες της εμπειρικής επιστήμης είναι γνωστικά πεπερασμένες, μεθοδολογικά περιορισμένες και άρα πολύ συχνά αμφισβητήσιμες από τους εκπροσώπους κάποιων διαφορετικών άλλα εξίσου αναγνωρισμένων επιστημονικών «ιερατείων». Επιπλέον, όπως συνέβαινε και κατά το προεπιστημονικό παρελθόν, αυτοί οι επιστημονικοί «χρησμοί» είναι συνήθως διατυπωμένοι σε μια τόσο σκοτεινή γλώσσα, ώστε είναι αδύνατον για τους περισσότερους κοινούς θνητούς, δηλαδή για τους μη ειδικούς, να τους κατανοήσουν. Εδώ τελειώνουν, όμως, και οι όποιες αναλογίες αναφορικά με τη γνωστική-κοινωνική λειτουργία των προβλέψεων στην Επιστήμη και τη Μαντική, διότι αντίθετα με τις μαντικές προγνώσεις οι επιστημονικές προβλέψεις δεν είναι συνήθως αυθαίρετες, ούτε και στηρίζονται σε δι’ επιφοιτήσεως θεϊκές αποκαλύψεις σε ένα άτομο, αλλά βασίζονται στη συλλογική εμπειρική έρευνα, τα πορίσματα της οποίας δεν είναι θέσφατα, αφού μπορούν κάλλιστα να διαψευστούν ή να επαληθευτούν από άλλους επιστήμονες.
Αν και περιορισμένης γνωστικής εμβέλειας, οι προβλεπτικές ικανότητες της επιστήμης είναι λοιπόν πάντοτε το τελικό προϊόν της αυστηρής επιστημονικής μεθόδου και σκέψης: όσο καλύτερα γνωρίζουμε τις παραμέτρους ή τις μεταβλητές που διαμορφώνουν τη δομή, τη συμπεριφορά ή τη δυναμική ενός συστήματος τόσο πιο ακριβείς θα είναι και οι προβλεπτικές μας ικανότητες. Συνεπώς, οι επιστημονικές προβλέψεις σχετικά με τη δυναμική και την εξέλιξη των πολύπλοκων φυσικών φαινομένων δεν πρέπει να εκλαμβάνονται ως απόλυτες αλήθειες, όχι μόνο γιατί εξαρτώνται από τις μέχρι σήμερα γνώσεις μας που, όντας πεπερασμένες, δεν μας επιτρέπουν να γνωρίζουμε ποτέ όλες τις μεταβλητές ή τις εμπλεκόμενες παραμέτρους αλλά και, επιπλέον, επειδή αγνοούμε τις αρχικές συνθήκες που δημιούργησαν αυτά τα φαινόμενα. Γι’ αυτό ακριβώς μας είναι τόσο δύσκολο να προβλέπουμε με ακρίβεια π.χ. τους σεισμούς, την πλανητική οικονομική πορεία ή τη μελλοντική εξέλιξη ενός ζωικού είδους!
Η επίγνωση αυτών των εγγενών και ανυπέρβλητων επιστημολογικών περιορισμών θα πρέπει ή μάλλον θα έπρεπε, εκ των πραγμάτων, να αποτελεί το μέτρο της αξιοπιστίας των προτεινόμενων «τελικών λύσεων» για την αειφόρο μελλοντική ανάπτυξη του ανθρώπινου είδους. Πράγματι, για τη σύγχρονη επιστημονική σκέψη, η μη προβλέψιμη δυναμική, η δυνατότητα αυτοοργάνωσης και η δομική-λειτουργική αυτονομία των πολύπλοκων συστημάτων δεν θεωρούνται πλέον «εξαιρέσεις»: δηλαδή μεμονωμένα ή επουσιώδη φυσικά φαινόμενα τα οποία μπορούμε εύκολα να τα παραβλέπουμε όταν δεν καταφέρνουμε να τα αναγάγουμε σε λίγες απλές και πολύ πιο θεμελιώδεις δομές.
Αντίθετα, αυτές οι δήθεν εξαιρέσεις μας επέτρεψαν να συνειδητοποιήσουμε τα περίπλοκα «προ-γνωστικά» προβλήματα που αντιμετωπίζουμε όταν περιγράφουμε τέτοια πολύπλοκα φαινόμενα, χωρίς να καταφεύγουμε στις παραμορφωτικές απλοποιήσεις του χθες. Οι έννοιες της σχετικής «αυτονομίας», αλλά και της εξελικτικής «πολυπλοκότητας» και των αμφίδρομων σχέσεων των έμβιων όντων με τα οικολογικά τους περιβάλλοντα αποτελούν την προϋπόθεση για την κατανόηση της ζωής.
Εξάλλου, αυτή η νέα γνωστική και μεθοδολογική προσέγγιση που πλέον επιβάλλεται από την ευρύτερη αποδοχή και κυρίως τη συστηματική εφαρμογή αυτών των εννοιών στη μελέτη της πραγματικότητας, ενδέχεται να αποδειχτεί επίσης και ως η αναγκαία θεραπευτική αγωγή για να απαλλαγούμε από τις παραπλανητικές «μονοθεϊστικές» ψευδαισθήσεις αιώνων: από την απόλυτη βεβαιότητα ή, μάλλον, την απλοϊκή πίστη στη μία και μοναδική και άρα διαχρονική εξ αποκαλύψεως «Αλήθεια», η οποία επειδή υποτίθεται ότι εξηγεί τα πάντα μπορεί να δικαιολογεί -και τελικά να νομιμοποιεί!- τα πιο αποτρόπαια ανθρώπινα εγκλήματα και καταστροφές. Αδιάφορο αν πρόκειται για θρησκευτικά, ιστορικοπολιτικά εγκλήματα ή για τις Ανθρωπόκαινες καταστροφές του οικολογικού περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας.
Η «Μετα-ανθρώπινη» έξοδος από την Ανθρωπόκαινη εποχή
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα παλαιοντολογικά δεδομένα, πριν από περίπου 200-150 χιλιάδες χρόνια άνθρωποι καθόλα όμοιοι με εμάς ήταν ένα ασήμαντο βιολογικό είδος που ζούσε σε κάποια γωνιά της Αφρικής. Εκείνη την εποχή, μάλιστα, οι πρόγονοι όλων των σημερινών ανθρώπων συνυπήρχαν μαζί με τουλάχιστον άλλα 6 συγγενή είδη του γένους Ανθρωπος (Homo), όμως όλα μαζί αυτά τα πρωτόγονα είδη ανθρώπων δεν ασκούσαν πολύ μεγαλύτερη επιρροή στο πλανητικό οικοσύστημα απ᾽ ό,τι οι γορίλες και οι χιμπατζήδες που ζουν σήμερα.
Ωστόσο, πριν από περίπου 70 χιλιάδες χρόνια συνέβη κάτι ολότελα απρόσμενο, μια κοσμοϊστορική αλλαγή που μετέτρεψε, σταδιακά, το ασήμαντο και περιθωριακό, μέχρι τότε, είδος των δίποδων θηλαστικών με τον σχετικά μεγάλο εγκέφαλο σε κυρίαρχο βιολογικό είδος, το οποίο σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα κατέκτησε το σύνολο του πλανήτη Γη. Από αυτά τα 6 συγγενικά είδη του γένους Ανθρωπος ένα μόνο επικράτησε τελικά και όχι χάρη στη Θεία Πρόνοια ή σε κάποιο υπερφυσικό θαύμα, αλλά εξαιτίας των ιδιαίτερων νοητικών, τεχνολογικών και κοινωνικών ικανοτήτων του. Βιολογικές και κοινωνικές ικανότητες που, ενώ εξελίχθηκαν σταδιακά επί τουλάχιστον 2 εκατομμύρια χρόνια, οδήγησαν στο μεγάλο άλμα, πριν από 70 χιλιάδες χρόνια!
Εκτοτε, αυτό το περίεργο είδος δίποδων θηλαστικών που, με τη συνήθη εγωπάθειά του αυτοχαρακτηρίζεται ως «Homo sapiens» δηλαδή «Ανθρωπος ο έμφρων», διαμόρφωσε την επίμονη ψευδαίσθηση ότι είναι ο απόλυτος ρυθμιστής και κυρίαρχος κάθε μορφής ζωής στον πλανήτη Γη, των συνανθρώπων του μη εξαιρουμένων. Σήμερα, μετά από 70 χιλιάδες χρόνια ναρκισσιστικών ψευδαισθήσεων αλλά και μεγάλων ιστορικών ανατροπών, το ανθρώπινο είδος είναι έτοιμο να απελευθερωθεί οριστικά από τους περιορισμούς της ίδιας του της φύσης και με τη βοήθεια της γενετικής βιοτεχνολογίας να επανασχεδιάσει το μέλλον του ως... υπερανθρώπου!
Κάπως έτσι ανασυγκροτεί και ερμηνεύει την ανθρώπινη ιστορία ο διάσημος Ισραηλινός ιστορικός Γιουβάλ Νώε Χαράρι στο πολύ επιτυχημένο διεθνώς, αλλά και στην Ελλάδα, βιβλίο του «Sapiens» (που κυκλοφορεί από τις εκδ. Αλεξάνδρεια).
Αντλώντας και συνδυάζοντας τις πιο ετερογενείς πληροφορίες από ένα ευρύτατο φάσμα επιστημών -από την παλαιοντολογία, την εξελικτική βιολογία και την ανθρωπολογία μέχρι την οικονομικοπολιτική ιστορία και την κοινωνιολογία- το βιβλίο αυτό μας προσφέρει μια εύπεπτη αλλά ιδιαίτερα προκλητική ερμηνεία της ανθρώπινης ιστορίας. Δικαιολογημένα λοιπόν έγινε ανάρπαστο μόλις κυκλοφόρησε και μεταφράστηκε σε 35 γλώσσες. Κατά τη γνώμη μας, όμως, η βαθύτερη σημασία και η πραγματική αξία αυτού του εσκεμμένα προκλητικού βιβλίου είναι ότι επανερμηνεύει το σύνολο της ανθρώπινης ιστορίας από τη σκοπιά ή την προοπτική της νέας μετανεωτερικής βιοεξουσίας.
Κάτι που παραδέχεται και ο συγγραφέας στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου, με τον αποκαλυπτικότατο τίτλο «Το τέλος του Homo sapiens»: «Αυτό που πρέπει να πάρουμε στα σοβαρά είναι η ιδέα ότι το επόμενο στάδιο της ιστορίας θα περιλαμβάνει όχι μόνο τεχνολογικές και οργανωτικές μεταβολές, αλλά και θεμελιώδεις μεταβολές της ανθρώπινης συνείδησης και ταυτότητας. Και οι μεταβολές αυτές μπορεί να είναι τόσο θεμελιώδεις που να θέσουν υπό αμφισβήτηση τον όρο “άνθρωπος”».
Ωστόσο, οι εκπλήξεις δεν περιορίζονται στο τελευταίο κεφάλαιο, στο δωδέκατο κεφάλαιο, σελίδες 240-245, ο αναγνώστης θα βρει μια ωραιοποιημένη εκδοχή του ναζιστικού Ολοκαυτώματος: «Οι ναζί δεν μισούσαν την ανθρωπότητα. Πολεμούσαν τον φιλελεύθερο ανθρωπισμό, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τον κομμουνισμό ακριβώς επειδή θαύμαζαν την ανθρωπότητα και πίστευαν στις μεγάλες δυνατότητες του ανθρώπινου είδους»!
Πώς υλοποίησαν οι ναζί το φιλανθρωπικό τους έργο; Η εξήγηση του σύγχρονου Ισραηλινού (!) ιστορικού έχει μεγάλο ενδιαφέρον: «Ακολουθώντας (οι ναζί) τη λογική της δαρβινικής εξέλιξης, υποστήριζαν ότι η φυσική επιλογή πρέπει να αφεθεί ελεύθερη ώστε να ξεκαθαρίσει τα ακατάλληλα άτομα»! Κοντολογίς, δεν ευθύνεται η ψευδοεπιστημονική ρατσιστική ιδεολογία, αλλά η εξελικτική θεωρία για το ότι αυτοί ανέλαβαν τον ρόλο της.... φυσικής επιλογής.
Με τέτοια επιστημονικά ανακριβή και σαθρά ιστορικά «επιχειρήματα» ο Χαράρι προσπαθεί να μας πείσει για το πόσο ιστορικά αναγκαία ή, τουλάχιστον, εφικτή είναι η «φιλάνθρωπη» προοπτική μιας νέας πολιτικής και κοινωνικής βαρβαρότητας, η οποία ενδέχεται να επιβληθεί επειδή απλώς διαθέτουμε τα απαραίτητα τεχνοεπιστημονικά εργαλεία για να υλοποιήσουμε το προαιώνιο όνειρο θέωσης του ανθρώπινου είδους, το οποίο είναι πλέον σε θέση να υπερβεί βιοτεχνολογικά τα φυσικά όριά του, δημιουργώντας τον «υπεράνθρωπο».
Μια σαφής προπαγάνδα που ο Χαράρι θα διατυπώσει απερίφραστα και με πλήθος επιχειρημάτων στο πιο πρόσφατο βιβλίο του «Homo Deus». Σε αυτό το δεύτερο βιβλίο του (κυκλοφορεί επίσης από τις εκδ. «Αλεξάνδρεια») τάσσεται υπέρ της μετα-ανθρώπινης αυτοβελτίωσης του είδους μας, η οποία προβάλλεται ως η μοναδική έξοδος από τη σημερινή οικολογική και ανθρωπιστική κρίση. Ομως, γι’ αυτά και άλλα παρόμοια επιστημονικοφανή επιχειρήματα για την επερχόμενη δήθεν θέωση του ανθρώπινου είδους θα πούμε περισσότερα στο επόμενο άρθρο.