_________________________________________________________________________________________________________________________
...................................................."Η συμφιλίωση των πολιτισμών περνά μέσα από την οικουμενικότητα της Παιδείας"
________________________________________________________________________________________________________________________

Μετάφραση // Translate

Αποτυπώματα

Δευτέρα 29 Ιανουαρίου 2018

Εγκέφαλος και Αναλφαβητισμός

Του Θανάση Τζαβάρα*


Το Νευρικό Σύστημα, και κυρίως το κεντρικό του μέρος, ο εγκέφαλος, είναι ένα τελεσφόρο βιολογικό σύστημα, που επιτρέπει σε όλα τα έμβια όντα τον συνεχή διάλογό τους με το «περιβάλλον». Το περιβάλλον, βέβαια εδώ θα πρέπει να νοηθεί ως εσωτερικό και ως εξωτερικό, ως ενδοσωματικό και ως έξω από το βιολογικό σώμα. Θα πρέπει να νοηθεί στη συγχρονία της δράσης και της πράξης και στη διαχρονία της μνήμης. Δηλαδή, εν τέλει, στο διάλογο των έμφυτων χαρακτηριστικών και ικανοτήτων με τις επίκτητες συνθήκες καθώς και με τις ευκαιρίες.

Τα έμφυτα χαρακτηριστικά του Νευρικού Συστήματος εμπεριέχονται προφανώς στις κληρονομικά προδιαγεγραμμένες δομές του, όπως άλλωστε και κάθε βιολογικού συστήματος, αλλά εκφράζονται κατά αποκλειστικότητα με την ταυτόχρονη πολλαπλότητα και μοναδικότητα των λειτουργικών του προγραμμάτων. Για να γίνει κατανοητή αυτή η ιδιοτυπία του Νευρικού Συστήματος, θα έπρεπε να μπορούσαμε να φαντασθούμε τη δομή ενός οικοδομήματος σχεδιασμένου μεν, σύμφωνα με τους περιορισμούς ενός Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, αλλά δυνάμενου να καλύπτει λειτουργικά διαφορετικές ανάγκες, αυξομειώνοντας μεγέθη μέσα στο χώρο ή αναστέλλοντας κάποια λειτουργία για να ευοδώσει κάποια άλλη διαδικασία ή ακόμη χρησιμοποιώντας διάφορα στρατηγήματα για να υπερκαλύψει συγχρόνως αντιθετικές συνθήκες λειτουργίας.
Η υπέρβαση, λοιπόν, των δομικών-εμφύτων χαρακτηριστικών του Νευρικού Συστήματος επιτυγχάνεται μέσω του διαλόγου του οργανισμού με το περιβάλλον, έτσι που το ορίσαμε λίγο πιο πάνω. Η επιγένεση αυτή είναι που θα καθορίσει τελικά τα περιθώρια υπέρβασης ενός ατόμου ή και ενός είδους σε μια δεδομένη χρονική στιγμή και ένα δεδομένο περίγυρο.

Χωρίς αμφιβολία, χάρη σε μια άνευ προηγουμένου επιγένεση, θα πρέπει να δημιουργήθηκε η μετάλλαξη του ανθρωπίνου είδους, το άκρον άωτον των υπερβάσεων, που γνωρίζουμε στο σύνολο των έμβιων όντων. Δύο, τουλάχιστον, ψυχοβιολογικά χαρακτηριστικά στηρίζουν την υπερβατική φύση του ανθρωπίνου είδους:

α. Η μορφο-λειτουργική ασυμμετρία του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος εκφράζει προφανώς τον πολλαπλασιασμό και τη διαφοροποίηση των νευρωνικών κυκλωμάτων που με εξειδικευμένο τρόπο μπορούν να υποστηρίζουν μια ψυχολογική λειτουργία. Εκεί δηλαδή που σε όλα σχεδόν τα ζώα, των θηλαστικών συμπεριλαμβανομένων, πολλαπλά κυκλώματα εξυπηρετούν κάποιες λειτουργίες, στον άνθρωπο σχετικά λίγα, αλλά εξειδικευμένα δίκτυα, διεκπεραιώνουν διακριτές λειτουργίες επιτρέποντας έτσι τη διαθεσιμότητα πολλών κυκλωμάτων για καινούργιες, «δημιουργικές» λειτουργίες.

β. Η κατ’ εξοχήν δημιουργική λειτουργία θεωρείται η λειτουργία του Λόγου, ίδιον και χαρακτηριστικό του ανθρωπίνου είδους. Ο Λόγος για τον Άνθρωπο δεν είναι μόνο ένα πολύπλοκο σύστημα επικοινωνίας μεταξύ μελών του ιδίου είδους, δηλαδή μια ποσοτική υπερβολή των συστημάτων επικοινωνίας που διαθέτουν όλα τα έμβια όντα, αλλά του παρέχει τη δυνατότητα να δημιουργηθεί κάθε στιγμή καινούργιες συνθήκες, δομές και νοήματα. Με αυτή λοιπόν την έννοια ο λόγος είναι ποιητικός, υπέρβαση και δημιουργία. Η προαιώνια όμως απορία του Ανθρώπου στηρίζεται ακριβώς σε αυτό το σημείο, δηλαδή πώς μπορεί αυτό το «άϋλο» χαρακτηριστικό του, να εξαρτάται από τις ιδιοτυπίες της ψυχοβιολογικής του υπόστασης;

Η μόνη απάντηση που διαθέτουμε σήμερα σε αυτή την απορία διατρέχει ακριβώς τον μυστηριώδη αυτό χώρο του ερωτήματος: «γιατί ρωτάμε γιατί;». Τι είναι εκείνο το κίνητρο που ωθεί το παιδί του Ανθρώπου αλλά και τον ώριμο ενήλικο να θέτει αενάως το ερώτημα του «πώς» και του «γιατί»; Η ψυχανάλυση ονόμασε «επιστημοφιλική ορμή» αυτή τη λειτουργία, που στο ψυχικό χώρο, πέρα από το ένστικτο και πριν από τη βούληση, είναι μια λειτουργία, γέφυρα μεταξύ σωματικού και ψυχικού δηλαδή στη διαλεκτική της ζωής, του έρωτα και του θανάτου, όπως θα έλεγε ο Φρόιντ.
Ενώ, όμως, η αενάως επαναλαμβανόμενη αυτή κίνηση προς τη γνώση (και την ικανοποίηση) θα καλύψει το χώρο των κινήτρων και τελικά, το σύνολο ζήτημα της επιθυμίας, η δημιουργικότητα, που απορρέει από τις διαλεκτικές σχέσεις εγκεφάλου-περιβάλλοντος «κατασκεύασε» μια εξωτερική προέκταση των εγγενών δυνατοτήτων του ΚΝΣ: τα συστήματα καταγραφής και μετάδοσης της πληροφορίας, της μνήμης και της γνώσης.
Τα εξωτερικά συστήματα αποτύπωσης και καταγραφής, όπως άλλωστε και άλλα συστήματα διαμεσολάβησης μεταξύ οργανικού και περιβάλλοντος, δηλαδή τα εργαλεία, έχουν εκ πρώτης όψεως κοινά χαρακτηριστικά: επιτρέπουν τη μεγιστοποίηση του αποδιδόμενου έργου με ανάλογη ελαχιστοποίηση του καταβαλλόμενου κόπου. Είναι κοινός τόπος η απόδοση αυτών των ιδιοτήτων στην εγγενή ευφυΐα του ανθρωπίνου είδους, ανεξάρτητα από την επεξηγηματική θεωρία, που χρησιμοποιούν οι διάφοροι επιστήμονες. Με την προοπτική που γράφεται αυτό το σημείωμα, είναι η νευροψυχολογική δομή του ανθρώπου που επιτρέπει τη δημιουργία των ως άνω συστημάτων και κυρίως, τη συνεχόμενη ανανέωσή τους.

Για να γίνει κατανοητή αυτή η τελευταία διαπίστωση, θα αναφερθώ σε μια βασική λειτουργική αρχή που διέπει το Νευρικό Σύστημα: για κάθε ενέργεια ή κάθε πράξη που εκπορεύεται από αυτό το σύστημα δύο λειτουργίες συνυπάρχουν, η πρόδρομη (feed-forward) και η ανάδρομη (feed-back) δράση, φυσικά με διαφορά φάσης. Δηλαδή όταν ο οργανισμός βρεθεί μπροστά σε ένα δεδομένο «πρόβλημα» είτε αυτό εκπηγάζει από την ίδια (βουλητική) δραστηριότητά του, είτε προκαλείται από τα γεγονότα του εσωτερικού ή εξωτερικού περιβάλλοντός του, τότε κινητοποιεί τις «λύσεις» που ενέχει το σύστημα και συγχρόνως ενεργοποιεί τα συστήματα πρόσληψης που διαθέτει. Το τελικό παράγωγο αυτής της λειτουργίας είναι μεν η λύση του προβλήματος, μια πράξη ή μια συμπεριφορά, αλλά συγχρόνως είναι και η σταθεροποίηση ή η μετατροπή και του πρόδρομου και του ανάδρομου νευρωνικού κυκλώματος. Τελικά, το συμπεριφέρεσθαι συνιστά μια συνεχή μετατροπή του οργανισμού και του περιβάλλοντος.

Ας έρθουμε τώρα στον δεύτερο όρο του διώνυμου «Εγκέφαλος και Αναλφαβητισμός». Η κατοχή και η αποτελεσματική χρησιμοποίηση των γραπτών κωδίκων μιας γλώσσας αποκτά σημασία μόνον αν τοποθετηθεί σε δεδομένα ιστορικο-γεωγραφικά πλαίσια. Αυτό δηλαδή που δίνει νόημα στο εάν κάποιος είναι εγγράμματος ή αγράμματος, είναι η ιστορική περίοδος και ο πολιτισμικός περίγυρος. Σε μια κοινωνία όπου η προφορική παράδοση υπερέχει και η πρώιμη δι’ εκθέσεως μάθηση κυριαρχεί, στις σχετικά κλειστές κοινωνίες της «δια-γνωριμίας», η κατοχή και διαχείριση των γραπτών κωδίκων επικοινωνίας παίζει εν δυνάμει δευτερεύοντα λειτουργικό ρόλο. Αυτό μπορεί να σημαίνει, με τους όρους της πιο πάνω ανάλυσης των σχέσεων οργανισμού-περιβάλλοντος, μια πλήρη επάρκεια δημιουργικής διαμεσολάβησης από τους άλλους λεκτικούς ή κατασκευαστικούς κώδικες της συγκεκριμένης κοινωνίας. Φυσικά, αυτή η επάρκεια των άλλων κωδίκων δεν αφαιρεί την κοινωνική κυρίως αξία της κατοχής των γραπτών κωδίκων της γλώσσας: οι εγγράμματοι σε αυτές τις περιπτώσεις είναι και οι κατέχοντες τις εξουσίες.

Οι κοινωνίες με κυρίαρχη προφορική παράδοση αποτελούν εξαίρεση στον «κόσμο» που ο Δυτικός πολιτισμός παρήγαγε ή επηρέασε. Ο τρόπος λειτουργίας του, αλλά και τα ιδανικά του, οδήγησαν στην δυνάμει εκλαΐκευση της σχολικής μόρφωσης και τη μαζική εκμάθηση της ανάγνωσης και της γραφής. Η γραπτή πληροφόρηση για τα δεδομένα της καθημερινής ζωής, τους τρόπους χρήσης και διαχείρισης των πραγμάτων της ζωής, του τόπου και του χρόνου, κυριάρχησαν την κοινωνική ζωή και την επιβίωση μέσα στα καινούργια δεδομένα του πολιτισμού. Η ικανότητα διαχείρισης των γραπτών κωδίκων της γλώσσας απέκτησε στην κυριολεξία αξία βιολογικής επιβίωσης του ανθρώπου.
Ενώ λοιπόν η δημιουργία της γραφής υπήρξε, χωρίς αμφιβολία, ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα της νευροψυχολογικής υπόστασης του ανθρωπίνου είδους, η ανάγκη ευρείας της διάδοσης λόγω του είδους του πολιτισμού στον οποίο ζούμε, μετατράπηκε σε εργαλείο κοινωνικού εξουσιασμού ή καλύτερα, με όρους αυτού του σημειώματος, μεταβλήθηκε σε μέθοδο νευροψυχολογικής πτώχευσης. Προτού αναφερθούμε σε κάποια πειραματικά δεδομένα που εικονογραφούν αυτή μας τη θέση, είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί ένα σημείο σχετικά με το τι προφανώς συνέβαινε στις παραδοσιακές κοινωνίες. Η μη συνεχής απαίτηση από το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον για κατανόηση και διαχείριση κωδικοποιημένων γραπτών μηνυμάτων, δεν έφερνε τον νευροψυχολογικό οργανισμό σε σύγκρουση και δυσλειτουργία. Η συντονία μεταξύ λειτουργικών αρχών του νευροψυχολογικού είναι και των κωδίκων του γίγνεσθαι του περιβάλλοντος, έστω και εάν δημιουργούσε σύγκρουση, μπορούσε να επιλυθεί με τους κανόνες της διαλεκτικής των σχέσεων μεταξύ οργανισμού-περιβάλλοντος, που ήδη περιγράψαμε. Με άλλα λόγια, όσοι στις παραδοσιακές κοινωνίες κατείχαν ανάγνωση και γραφή, διέθεταν ένα επιπλέον νευρο-κοινωνικο-ψυχολογικό χαρακτηριστικό, σχηματικά ανεξάρτητο από τις τρέχουσες λειτουργίες και δεξιότητες της κοινωνικής τους ομάδας.
Τι συμβαίνει όμως με τον αναλφάβητο, δομικό ή και λειτουργικό, στις σύγχρονες Δυτικές κοινωνίες; Φυσικά βρίσκεται σε μια κατάσταση συνεχούς εξάρτησης από οποιονδήποτε μπορεί ή θέλει να αποκωδικοποιήσει στη θέση του, τα γραπτά μηνύματα που κατακλύζουν την καθημερινή πρακτική ζωή: οδηγίες χρήσης και διεκπεραίωσης σχετικά με το επάγγελμα και την υγεία, την οικογένεια και τις μετακινήσεις, τέλος την επικοινωνία με τους άλλους. Μια εξάρτηση που εύκολα οδηγεί στην εκμετάλλευση, λόγω επιπλέον την παιδόμορφης συμπεριφοράς που του επιβάλλει. Αυτά είναι φυσικά γνωστά και ίσως όχι τόσο τραγικά, όσο φαίνονται σε πρώτη θεώρηση χάρη στις μεγάλες ικανότητες προσαρμογής που διαθέτει το ανθρώπινο είδος. Αρκεί βέβαια να συντρέχουν κάποιοι ευοδωτικοί εξωτερικοί συντελεστές, όπως το μοίρασμα με τους άλλους ανθρώπους στοιχείων κουλτούρας, ιστορίας και προσδοκιών.
Το κεντρικό, όμως, ερώτημα στη δική μας προβληματική είναι: τι συμβαίνει στη νευροψυχολογική λειτουργική οργάνωση των αναλφαβήτων της κοινωνίας μας; Σε όσους έχουν εργαστεί σε κέντρα που θεραπεύουν ασθενείς με εγκεφαλικές βλάβες (οποιασδήποτε αιτιολογίας), είναι γνωστό πως όταν όλα είναι ίσα από τη μια μεριά: ηλικία, φύλο, εντοπισμός της βλάβης, αυτό που θα παίξει σημαντικό ρόλο στην πορεία των νευροψυχολογικών συνεπειών της βλάβης, είναι η μόρφωση του πάσχοντος ατόμου. Η ανάκτηση των λεκτικών, γνωσιακών και πραξιακών ικανοτήτων των ασθενών συντελείται ταχύτερα και πληρέστερα, όσο υψηλότερο είναι το μορφωτικό τους επίπεδο. Όλα συμβαίνουν ως εάν η μόρφωση έχει «εξασκήσει» όλο και περισσότερα νευρωνικά κυκλώματα, να συμμετέχουν στη διεκπεραίωση μιας νοητικής λειτουργίας. Αυτή η τρέχουσα κλινική παρατήρηση οδηγεί σε ένα πρώτο συμπέρασμα: ο αλφαβητισμός και η μόρφωση γενικότερα αξιοποιούν το δυνατόν καλύτερα τα μορφο-λειτουργικά χαρακτηριστικά του ΚΝΣ.
Εάν αυτό συμβαίνει στον εγκέφαλο που πάσχει, τι συμβαίνει στον υγιή και άθικτο εγκέφαλο; Αυτό προσπαθήσαμε να απαντήσουμε με τους συνεργάτες μας, χρησιμοποιώντας τη διχωτική ακοή, γνωστή μέθοδο αξιολόγησης της εγκεφαλικής ημισφαιρικής πλαγίωσης. Όπως αναφέρθηκε στην αρχή αυτού του άρθρου, η εγκεφαλική ασυμμετρία χαρακτηρίζει το ανθρώπινο είδος. Αυτή η ασυμμετρία εκφράζεται κυρίως, στο 90% των ανθρώπων που είναι δεξιόχειρες και ανεξάρτητα από φύλο, φυλή και ηλικία, από την εξειδίκευση του αριστερού ημισφαιρίου στις λειτουργίες που διαχειρίζονται το Λόγο, σε όλες του τις μορφές. Η διχωτική ακοή ως δοκιμασία με σύγχρονα, αλλά αντίθετα, λεκτικά ερεθίσματα που δίνονται στα δύο αυτιά, επιτρέπει τη διαπίστωση μιας ασύμμετρης επίδοσης στην ανάκληση των ερεθισμάτων. Σχηματικά, όλοι οι δεξιόχειρες παρουσιάζουν καλύτερη επίδοση στην ανάκληση των λεκτικών ερεθισμάτων που δίδονται στο δεξί αυτί παρά στο αριστερό.
Αυτό το παγκόσμιο δεδομένο είχε θεμελιωθεί κυρίως σε εγγράμματους πληθυσμούς. Το ερώτημα λοιπόν ήταν το πώς παρεμβαίνει η εκμάθηση και η χρησιμοποίηση των γραπτών κωδίκων της γλώσσας στην ενασχόληση του αριστερού ημισφαιρίου με το Λόγο. Οι αναλφάβητοι, που δε χειρίζονται αυτούς τους κώδικες, θα παρουσιάζουν μικρότερη ασυμμετρία στην επίδοση ανάκλησης των ερεθισμάτων σε συνθήκες διχωτικής ακοής; Ή και έλλειψη ασυμμετρίας;
Τα αποτελέσματα αυτών των ερευνών μας επεφύλαξαν μια έκπληξη: οι αναλφάβητοι που μελετήσαμε παρουσίαζαν την ασύμμετρη ανάκληση, δηλαδή καλύτερη επίδοση στο δεξί αυτί, καθ’ υπερβολή μάλιστα. Ήταν ως εάν οι επιδόσεις του αριστερού αυτιού, αυτές δηλαδή που αντικατοπτρίζουν τις λειτουργίες του δεξιού ημισφαιρίου, να δείχνανε μια «δυσλειτουργία» αυτού του ημισφαιρίου, για ό,τι σχετίζεται με το Λόγο, κάτι που έτσι ή αλλιώς δεν παρατηρείται στους εγγράμματους. Το λογικό συμπέρασμα από αυτά τουλάχιστον τα αποτελέσματα είναι ότι οι αναλφάβητοι δεν παρουσιάζουν μια κατάσταση λειτουργικής έκπτωσης ως προς τους εγγράμματους, αλλά βρίσκονται μάλλον σε μια συνθήκη διαφυγόντος κέρδους στην ανάπτυξη των νευρωνικών τους κυκλωμάτων και κατά συνέπεια στην ανάπτυξη των νευροψυχολογικών τους δεξιοτήτων.

Συμπερασματικά, λοιπόν, μπορούμε να τονίσουμε πως πέραν από τις γνωστές και εύκολα κατανοητές κοινωνικές συνέπειες του δομικού και λειτουργικού αναλφαβητισμού, θα πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη η νευροψυχολογική διάσταση του προβλήματος που καθηλώνει τον αναλφάβητο στη χρήση μόνο των μορφο-λειτουργικών έμφυτων χαρακτηριστικών του και τον αποκλείει από τον εμπλουτισμό των δεξιοτήτων του, από τη δημιουργική διαχείριση της διαλεκτικότητας οργανισμού-περιβάλλοντος.

Θανάσης Τζαβάρας

 * [Αδημοσίευτο] // Φεβρουάριος 1990
~~~~~~~~~~~

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ
α. Στο θέμα του αλφαβητισμού/αναλφαβητισμού στις παραδοσιακές κοινωνίες βλέπε, π.χ.: J. Goody (editor), Literacy in TraditionalSocieties, Cambridge University Press, 1968 και S. Scribner & M. Cole: The Psychology of Literacy, Harvard University Press, 1981.
β. Τα νευροψυχολογικά δεδομένα και το γενικό θεωρητικό πλαίσιο βρίσκεται στο: Θ. Τζαβάρας (επιμελητής), Κείμενα νευροψυχολογίας, Σύγχρονα Θέματα, 1987.

Κυριακή 28 Ιανουαρίου 2018

Η ανθρώπινη φύση


Η ανθρώπινη φύση
Τα αίτια της υποτίμησης της βιολογικής φύσης μας και της βαθύτατης ενότητάς της με τα άλλα ζωικά είδη πρέπει να αναζητηθούν όχι τόσο στην έλλειψη των κατάλληλων γνωστικών ή ερευνητικών εργαλείων, αλλά μάλλον στη μεταφυσική προκατάληψη περί της μοναδικότητας του ανθρώπινου είδους, η διανοητική ανωτερότητα του οποίου ερμηνευόταν εσφαλμένα ως προϊόν θεϊκής δημιουργίας και όχι βέβαια της ταπεινής βιολογικής εξέλιξης από «κατώτερα» βιολογικά είδη. 
Η αποδόμηση των κοινότοπων –αλλά ιδιαίτερα επίμονων– ψευδαισθήσεων σχετικά με τη βιολογική ανωτερότητα του είδους μας θα ξεκινήσει δειλά δειλά τον 20ό αιώνα χάρη σε μια σειρά από ιδιαίτερα ανατρεπτικές επιστημονικές εξελίξεις. 
Η εντυπωσιακή ανάπτυξη της Εξελικτικής Βιολογίας, της Βιοψυχολογίας, των Νευροεπιστημών και της Φυσικής Ανθρωπολογίας έκανε σαφές όχι μόνο το πόσο ανυπόστατη είναι η ανθρώπινη υπεροψία, αλλά κυρίως το πόσο στείρο είναι γνωσιακά και κοινωνικά το να αντιδιαστέλλουμε τη Βιολογία στον Πολιτισμό ή τη Φύση στην Ανατροφή (Nature - Nurture).

Ο γόρδιος δεσμός μεταξύ Βιολογίας και Πολιτισμού


Eνώ όλοι συμφωνούν ότι τα ζώα διαθέτουν μια «ζωική φύση», δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι, από καθαρά βιολογική άποψη, εμείς οι άνθρωποι διαθέτουμε μια ιδιαίτερη ή επιπρόσθετη «ανθρώπινη φύση». 
Διότι αμέσως προκύπτει το εύλογο ερώτημα: Πώς συνδέεται αυτή η επιπρόσθετη «αφύσικη-πνευματική φύση» μας με τη «φυσική-βιολογική φύση» μας; 
Πώς είναι δυνατόν να είμαστε νοήμονα και πολιτισμικά όντα και ταυτόχρονα βιολογικές μηχανές που αποβλέπουν μόνο στην αναπαραγωγή των γονιδίων τους; 
Το βέβαιο πάντως είναι ότι εμείς οι άνθρωποι δεν είμαστε τα υπερβιολογικά, ασώματα και αενάως εύπλαστα όντα, όπως προπαγανδίζεται παντοιοτρόπως από τη μεταμοντέρνα μυθολογία. 
Δεν είμαστε όμως ούτε οι ανόητες και μη συνειδητές βιολογικές μηχανές που υπάρχουν και επιβιώνουν μόνο για να διευκολύνουν την αναπαραγωγή των γονιδίων τους, όπως υποστηρίζουν κάποιες απλοϊκές βιολογικές προσεγγίσεις. Τόσο η εικόνα του «ανθρώπου-πλαστελίνη» όσο και η εικόνα του «ανθρώπου-βιοαυτόματο» είναι εξίσου παραπλανητικές. 
Στις μέρες μας είμαστε επιφυλακτικοί και ιδιαίτερα δύσπιστοι απέναντι σε όποιον επικαλείται την έννοια της «ανθρώπινης φύσης». Η επιφυλακτικότητα και η δυσπιστία μας είναι απολύτως δικαιολογημένες, δεδομένου ότι η διαμάχη σχετικά με το αν η «ανθρώπινη φύση» καθορίζεται από τη βιολογική ή την ψυχική μας υπόσταση και αν είναι εκ φύσεως αγαθή ή κακοήθης κρατά εδώ και αιώνες. 
Γιατί, παρά τον υποκριτικό αποτροπιασμό μας για τις αναρίθμητες δολοφονίες, σφαγές και γενοκτονίες, που «κοσμούν» την ανθρώπινη ιστορία, διστάζουμε να αναγνωρίσουμε, πόσο μάλλον να κατανοήσουμε, το γιατί η φαινομενικά «κτηνώδης» επιθετικότητα και η λεγόμενη «τυφλή» βία αποτελούν τα σταθερά και δυσεξάλειπτα συστατικά της κοινωνικής μας ζωής;

Homo homini lupus;
O Αγγλος φιλόσοφος Τόμας Χομπς, πρωτοπόρος θεωρητικός της νεωτερικής πολιτικής φιλοσοφίας. Δεξιά, πίνακας του Πίτερ Μπρέγκελ |
Στο περίφημο έργο του «Λεβιάθαν», ο Αγγλος φιλόσοφος Τόμας Χομπς (Thomas Hobbes, 1588-1679), πρωτοπόρος θεωρητικός της νεωτερικής πολιτικής φιλοσοφίας, επιχείρησε να καταδείξει ιστορικά ότι οι άθρωποι δεν διαθέτουν αγαθή φύση, αλλά αντίθετα: «ο άνθρωπος για τον άνθρωπο είναι λύκος» (Homo homini lupus). 
Υιοθετώντας ο Χομπς αυτό το αρχαίο ρητό, που αποδίδεται στον Λατίνο κωμωδιογράφο Πλαύτο, υποστηρίζει ότι η λυσσαλέα ανταγωνιστικότητα, επιθετικότητα και βία αποτελούν διαχρονικά γνωρίσματα όχι μόνο της ζωικής αλλά και της ανθρώπινης συμπεριφοράς· θεωρεί, μάλιστα, ότι υπερτερούν σαφώς σε σχέση με άλλα σημαντικά χαρακτηριστικά μας όπως η συντροφικότητα, η συνεργασία και η αλληλεγγύη. 
Ανέκαθεν, λοιπόν, αυτές οι συμπεριφορές αναγνωρίζονταν ως οι αυθόρμητες και αναπόφευκτες εκδηλώσεις της «ανθρώπινης φύσης», μιας ασαφώς προσδιορισμένης και άρα σκοτεινής βιοπολιτισμικής οντότητας, που προδιαγράφει, υποτίθεται, τα όρια κάθε ατομικής ή συλλογικής συμπεριφοράς μας. 
Κατά καιρούς έχουν προταθεί διάφορες κοινωνικές, πολιτικοοικονομικές, ψυχολογικές εξηγήσεις, που επιχειρούν ανεπιτυχώς να εκλογικεύσουν τέτοιες φαινομενικά «αναίτιες» ή «παράλογες» εκδηλώσεις της ανθρώπινης επιθετικότητας. 
Καμία, όμως, από αυτές τις κοινωνικές «εξηγήσεις» δεν στάθηκε στους νευροβιολογικούς μηχανισμούς που, ενώ αποτελούν το φυσικό υπόστρωμα για την εκδήλωση κάθε βίαιης και επιθετικής συμπεριφοράς, υποβαθμίζονται συστηματικά ως παραπλανητικές φυσικαλιστικές προσεγγίσεις. 
Και ας σημειωθεί ότι μιλάμε για το «υπόστρωμα» και όχι για τα «αίτια» που προκαλούν ή, ακριβέστερα, πυροδοτούν τις εκδηλώσεις βίας. 
Μετά τις εντυπωσιακές ανακαλύψεις της ηθολογίας, της κοινωνιοβιολογίας και πιο πρόσφατα της εξελικτικής ψυχολογίας, θεωρείται σχεδόν αναμφισβήτητο και ευρύτατα αποδεκτό ότι η επιθετική συμπεριφορά όλων των ζώων καθορίζεται από έμφυτους βιολογικούς παράγοντες. 
Πολύ σοβαρότερες αντιστάσεις συναντά, ακόμη και σήμερα, η αποδοχή της ανθρώπινης επιθετικότητας ως έμφυτης βιολογικής συμπεριφοράς. 
Ως συμπεριφοράς, δηλαδή, που δεν εξαρτάται αποκλειστικά από εξωγενείς περιβαλλοντικούς, μαθησιακούς και εν τέλει κοινωνικούς παράγοντες, αλλά και από κάποιες εγγενείς βιολογικές δομές που διαμορφώθηκαν κατά την εξελικτική ιστορία του είδους μας. 
Πρόκειται για την πολύ γνωστή αντιπαράθεση του έμφυτου βιολογικά με το επίκτητο πολιτισμικά ή, αν προτιμάτε, της Φύσης με τον Πολιτισμό. 
Με άλλα λόγια, για την οντολογική διάζευξη και τον αμοιβαίο αποκλεισμό των βιολογικών παραγόντων (εξελικτικών, γονιδιακών, εγκεφαλικών) από τους περιβαλλοντικούς παράγοντες στη διαμόρφωση της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Εμμένοντας κανείς στον έναν από τους δύο πόλους αυτής της στείρας αντιπαράθεσης, καταλήγει σε μια εσφαλμένη, δηλαδή αποσπασματική και παραπλανητική εικόνα της ανθρώπινης φύσης. 
Μια ιδιαίτερη ανθρώπινη φύση, η οποία, επειδή δεν θεωρείται απλώς ή μόνο «ζωώδης», δεν σημαίνει βέβαια ότι είναι και... αγγελική.
Η οικουμενικότητα των συναισθημάτων
Mέχρι πρόσφατα η δυτική σκέψη επέμενε να υποβαθμίζει ή και να αποκλείει επιδεικτικά κάθε δυνατότητα βιολογικής εξήγησης της σκέψης, των συναισθημάτων και της κοινωνικής συμπεριφοράς των ανθρώπων, παρότι ο Κάρολος Δαρβίνος είχε παρουσιάσει –ήδη από το 1872!– στο βιβλίο του για την «Εκφραση των συγκινήσεων στον άνθρωπο και τα ζώα» ένα σχεδόν πλήρες επιστημονικό πρόγραμμα έρευνας, το οποίο ήταν όχι μόνο θεωρητικά στιβαρό, αφού βασιζόταν στη θεωρία της εξέλιξης μέσω της φυσικής επιλογής, αλλά και εμπειρικά θεμελιωμένο, δεδομένου ότι προέκυψε από πλήθος παρατηρήσεων σε ανθρώπινους και ζωικούς πληθυσμούς. 
Μολονότι τα συναισθήματα και οι συγκινήσεις αποτελούν μια θεμελιώδη πτυχή της ανθρώπινης φύσης, πριν από μόλις τέσσερις δεκαετίες ήταν ένα υποτιμημένο γνωστικό αντικείμενο για τις βιοψυχολογικές έρευνες, οι οποίες επέλεγαν πιο «απτά» αντικείμενα μελέτης, όπως π.χ. την κυτταρική οργάνωση του νευρικού συστήματος ή τις βιοχημικές λειτουργίες του εγκεφάλου, αφήνοντας έτσι στη δικαιοδοσία της ψυχανάλυσης, της ψυχοθεραπείας ή της κοινωνικής ψυχολογίας τη διερεύνηση των δήθεν ασώματων ψυχικών λειτουργιών. 
Η αποδόμηση αυτών των κοινότοπων αντιλήψεων σχετικά με τα ανθρώπινα συναισθήματα θα ξεκινήσει κατά τη δεκαετία του 1960, χάρη στις πρωτοποριακές ψυχολογικές και ανθρωπολογικές έρευνες του Πολ Εκμαν (Paul Ekman). 
Ενός εντελώς ασήμαντου, τότε, Αμερικανού εξελικτικού ψυχολόγου που αποφάσισε να μελετήσει πειραματικά και με επιτόπιες ανθρωπολογικές έρευνες τις φευγαλέες αλλά επαναλαμβανόμενες εκφράσεις των συγκινήσεων στο πρόσωπο όλων των ανθρώπων, σε κάθε γωνιά του πλανήτη. 
Πράγματι, οι εκφράσεις και οι μορφασμοί του ανθρώπινου προσώπου –καθώς και πολλών άλλων ζώων!– αποτελούν την απτή μαρτυρία και την ορατή εξωτερίκευση των συγκινήσεων που βιώνουν πολλοί οργανισμοί. 
Κάτι που πρώτος ο Δαρβίνος όχι μόνο αναγνώρισε αλλά και προσπάθησε να εξηγήσει επιστημονικά, χωρίς ωστόσο να πείσει την επιστημονική κοινότητα της εποχής του: ακόμη και οι πιο πιστοί δαρβινιστές αρνήθηκαν να αποδεχτούν τις λογικές συνέπειες της δαρβινικής εξήγησης για τη ζωική καταγωγή και εξέλιξη των ανθρώπινων συγκινήσεων! 
Χρειάστηκαν δεκαετίες συστηματικών ψυχολογικών παρατηρήσεων και επιτόπιων ανθρωπολογικών ερευνών για να αλλάξει γνώμη η διεθνής επιστημονική κοινότητα. 
Μόνο μετά τη συστηματική καταγραφή και ανάλυση που πραγματοποίησαν ο Πολ Εκμαν και οι συνεργάτες του σε πάνω από 10.000 πρόσωπα έγινε αποδεκτό ότι οι εκφράσεις μέσω του προσώπου των βασικών ανθρώπινων συγκινήσεων είναι «οικουμενικές», δηλαδή πανανθρώπινες και δεν εξαρτώνται από τυχαίες τοπικές ή πολιτισμικές διαφορές. 
Το περίεργο είναι ότι διατυπώθηκαν περίπου οι ίδιες ιδεολογικές αντιρρήσεις ενάντια στις έρευνες του Εκμαν που επιβεβαίωναν, έναν αιώνα μετά, τη δαρβινική αρχή της εξελικτικής συνέχειας και της οικουμενικότητας: δηλαδή την εγγενώς βιολογική ομοιογένεια και άρα τη μη πολιτισμική εξάρτηση όλων των ανθρώπινων πληθυσμών ως προς την έκφραση των βασικών συγκινήσεων. 
Ακόμη πιο εξωφρενικό, όμως, ήταν ότι αυτές οι αντιρρήσεις δεν διατυπώθηκαν από συντηρητικούς ακροδεξιούς, αλλά από προοδευτικούς ανθρωπολόγους και εθνολόγους οι οποίοι, τουλάχιστον θεωρητικά, δήλωναν αντιρατσιστές! 
Ανάμεσα στους αντιπάλους του κοινού βιολογικού υποστρώματος στην έκφραση των ανθρώπινων συγκινήσεων ήταν οι θεωρητικοί του «πολιτισμικού σχετικισμού» (cultural relativism), όπως οι διάσημοι ανθρωπολόγοι Margaret Mead, Gregory Bateson και ο γλωσσολόγος-ανθρωπολόγος Ray Birdwhistell, οι οποίοι υποστήριζαν ότι η ανθρώπινη κοινωνική συμπεριφορά διαφέρει ριζικά από τη ζωική, επειδή καθορίζεται πρωτίστως, αν όχι αποκλειστικά, από εξωγενείς κοινωνικούς και πολιτισμικούς παράγοντες. 
Κατά αξιοπερίεργο τρόπο, η «προοδευτική» θέση των κοινωνικών ανθρωπολόγων ενισχύει, αν δεν ταυτίζεται, με τις πολιτικά «ύποπτες» και επιστημονικά «αντιδραστικές» απόψεις των συμπεριφοριστών ψυχολόγων: τίποτα δεν είναι έμφυτο στην ανθρώπινη φύση, τα πάντα εξαρτώνται από το κοινωνικό-πολιτισμικό περιβάλλον. 
Κάθε συμπεριφορά μας καθορίζεται και διαμορφώνεται αποκλειστικά από εξωγενείς παράγοντες και οι άνθρωποι δεν είμαστε τίποτε άλλο από εύπλαστες... κοινωνικές μαριονέτες! 
Μια επιστημονικά μεροληπτική και προκλητική ιδεολογική άποψη για την ανθρώπινη φύση που θα διερευνήσουμε διεξοδικότερα στο επόμενο άρθρο.


Προδιαμόρφωση ή επιγένεση της ανθρώπινης φύσης;

Στη διπλή έλικα του DNA βρίσκονται κωδικευμένες όλες οι απαραίτητες γενετικές πληροφορίες για τη συγκρότηση και την καλή λειτουργία ενός οργανισμού, όμως το μόριο του DNA είναι απελπιστικά αδρανές και «αυτιστικό»: μόνο όταν βρίσκεται στο κατάλληλο κυτταρικό μικροπεριβάλλον και χάρη στην παρουσία μιας σειράς διαφορετικών μορίων καταφέρνει να εκφραστεί. 
Και σε αυτό το σημείο υπεισέρχονται οι επιγενετικοί μηχανισμοί τροποποίησης της έκφρασης των γονιδίων. 
Για παράδειγμα, η μεθυλίωση, η προσθήκη δηλαδή μιας ομάδας μεθυλίου σε μια από τις τέσσερις βάσεις του DNA, έχει αποτέλεσμα την «αποσιώπηση» του μεθυλιωμένου γονιδίου. 
Με άλλα λόγια, η μεθυλίωση καθιστά τα γονίδια ανενεργά, ενώ ό,τι αφαιρεί τη μεθυλική ομάδα επανενεργοποιεί το γονίδιο. 
Σε μια σειρά από πρωτοποριακές έρευνες οι Michael Meaney και Moshe Szyf έδειξαν, αρχικά στους αρουραίους και κατόπιν στους ανθρώπους, τα δραματικά αποτελέσματα που έχουν το στρες και η ψυχολογική πίεση στη μεθυλίωση των γονιδίων μας. Ενώ και άλλες μεταγενέστερες έρευνες επιβεβαίωσαν τις αρνητικές επιγενετικές επιδράσεις του στρες. 
Ανάλογα καταστροφική αποδείχτηκε η εμπλοκή των επιγενετικών τροποποιήσεων στη δημιουργία νεοπλασιών, καθώς και σε ασθενείς που πάσχουν από σοβαρά νευρολογικά προβλήματα (αυτιστικοί, σχιζοφρενείς, καταθλιπτικοί). 
Στους ψυχωτικούς ασθενείς, μάλιστα, διαπιστώθηκε μια σαφής αύξηση της επιγενετικής μεθυλίωσης των γονιδίων (BDNF) στα κύτταρα του μετωπιαίου φλοιού τους. 
Τα αποτελέσματα αυτών των ερευνών φαίνεται να παραβιάζουν και να αμφισβητούν στην πράξη τη θεμελιώδη απαγορευτική αρχή της σύγχρονης γενετικής που επιτάσσει «τα επίκτητα χαρακτηριστικά να μην κληρονομούνται ποτέ». 
Μολονότι το περιβάλλον δεν μπορεί να προκαλέσει άμεσα κληρονομήσιμες αλλαγές του γενετικού υλικού (DNA), μπορεί κάλλιστα να προκαλεί βαθύτατες επιγενετικές μεταβολές στην έκφραση των γονιδίων, ορισμένες απο τις οποίες είναι κληρονομήσιμες. 
Από τα μέσα του 20ού αιώνα στη βιολογική σκέψη κυριαρχεί ένα νέο και πολύ δυναμικό ερευνητικό πρόγραμμα, το οποίο επιζητεί να εξηγήσει σε μοριακό επίπεδο το σύνολο σχεδόν των πολύπλοκων ζωικών φαινομένων. 
Πρόκειται για το πρόγραμμα της «μοριακής βιολογίας», το οποίο τα επόμενα πενήντα χρόνια θα αποδειχθεί ο παραγωγικότερος κλάδος της έρευνας στη Βιολογία.

Μεταγονιδιωματική εποχή
Εκτοτε, η μοριακή προσέγγιση θα θεωρηθεί η βασιλική οδός για την αποκάλυψη των μέχρι πρόσφατα επτασφράγιστων μυστικών της ζωής. 
Πράγματι, χάρη στη λεπτομερή κατανόηση του μηχανισμού αναδιπλασιασμού του DNA, καταφέραμε να «λύσουμε» το μυστήριο της αναπαραγωγής. 
Οι μοριακοί βιολόγοι ανακάλυψαν την ακριβή χημική δομή και διάταξη των γονιδίων πολλών οργανισμών και αποκρυπτογράφησαν τον καθολικό «γενετικό κώδικα», δηλαδή τους κανόνες έκφρασης ή μετάφρασης των γονιδίων σε πρωτεΐνες. 
Επιπλέον, έμαθαν πώς να ανασυνδυάζουν και να κλωνοποιούν στο εργαστήριο γονίδια από διαφορετικούς οργανισμούς, δημιουργώντας ολότελα νέες «διαγονιδιακές» μορφές ζωής. 
Ετσι εξηγείται το γιατί, τις τελευταίες δεκαετίες, στη βιολογική σκέψη επικράτησε η αναμφίβολα απλοϊκή αντίληψη ότι το DNA αποτελεί το μοναδικό υλικό υπόστρωμα των βιολογικών πληροφοριών. 
Τα κοινά ανατομικά και νοητικά χαρακτηριστικά όλων των πλασμάτων που ανήκουν στο είδος μας (Homo sapiens) πρέπει να βασίζονται στην κοινή γονιδιακή μας κληρονομιά. 
Και η κοινή γενετική μας κληρονομιά εξηγείται, με τη σειρά της, από την κοινή βιολογική καταγωγή και εξέλιξη όλων των ανθρώπινων γονιδιωμάτων. 
Αν όμως η κοινή βιολογική μας ταυτότητα οφείλεται στην κοινή βιολογική καταγωγή μας, δηλαδή στα «κοινά» γονίδιά μας, τότε πώς εξηγούνται η τεράστια ποικιλομορφία στο εσωτερικό του είδους μας και η ουσιαστική μοναδικότητα κάθε ανθρώπινου όντος; 
Η απάντηση σε αυτό το βασανιστικό ερώτημα θα εξαρτηθεί όχι μόνο από τη διαύγαση των πολύπλοκων σχέσεων ανάμεσα στα γονίδια και το περιβάλλον τους, αλλά και από την κατανόηση των περίπλοκων επιγενετικών μηχανισμών που, όπως γνωρίζουμε, διαμεσολαβούν στις αμφίδρομες σχέσεις των γονιδίων μας με το οικολογικό, κοινωνικό περιβάλλον όπου ζούμε.

(*) Πηγή: efsyn.gr

Πέμπτη 25 Ιανουαρίου 2018

Μία από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες της γαλλικής διανόησης, σε μια ανοιχτή συζήτηση με το αθηναϊκό κοινό με θέμα την Ιστορία





Ο ΔΙΑΣΗΜΟΣ ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ ALAIN BADIOU ΣΤΟ ΓΑΛΛΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ

Μία από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες
της γαλλικής διανόησης, σε μια ανοιχτή
συζήτηση με το αθηναϊκό κοινό με θέμα την Ιστορία

Κείμενο: ελc team
Email: info@elculture.gr

Στο πλαίσιο των εορτασμών των 111 χρόνων από την ίδρυσή του, το Γαλλικό Ινστιτούτο Ελλάδος αφιερώνει τον Κύκλο διαλέξεων Σύγχρονη Σκέψη στο ερώτημα Πώς μπορεί η ιστορία να φωτίσει το μέλλον;
Ο διάσημος φιλόσοφος Alain Badiou, ένας από τους πιο αναγνωρισμένους σε διεθνές επίπεδο και από τους πιο μεταφρασμένους, θα ανοίξει τη νέα σειρά διαλέξεων και το ραντεβού του με το αθηναϊκό κοινό, την Πέμπτη 25 Ιανουαρίου 2018, στις 19.00.
Με ένα σημαντικό έργο που καλύπτει πληθώρα πεδίων, όπως την οντολογία των μαθηματικών, καθώς και την πολιτική και το θέατρο, ο φιλόσοφος Alain Badiou, Ομότιμος καθηγητής στην Ανώτατη Σχολή École Normale Supérieure, αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες της γαλλικής διανόησης.
Το 2017, ολοκλήρωσε το γνωστό ανοιχτό σεμινάριο του που διεξήγαγε από το 1966. Ωστόσο, το συγγραφικό του έργο είναι πιο πλούσιο από ποτέ. Δύο τόμοι των μαθημάτων του σεμιναρίου του Vérité et sujet και Changer le monde,δημοσιεύτηκαν το 2017 από τις εκδόσεις Fayard, καθώς και δύο έργα με στοχασμούς του πάνω στην πολιτική: Je vous sais si nombreux και Éloge de la politique υπό μορφή συζητήσεων με την Laure Lancelin.
Για τον Alain Badiou, η Ιστορία μπορεί να μας παρέχει τη δυνατότητα για κάποιον έλεγχο του μέλλοντος, μόνο εάν υπάρχουν νόμοι της Ιστορίας, όπως υπάρχουν στη Φυσική νόμοι της φύσης. Πράγματι υπάρχουν τέτοιοι νόμοι, αλλά μόνο για περιόδους της Ιστορίας, κι όχι γενικά για την Ιστορία. Η Ιστορία περιέχει όντως τομές οι οποίες λόγω της ιδιότητάς τους δεν μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο υπολογισμού στο πλαίσιο των νόμων της εκάστοτε περιόδου. Ο Alain Badiou τις ονομάζει «συμβάντα», τα οποία είναι, σε σχέση με τους νόμους της Ιστορίας, εξαιρέσεις, παρότι οι συνέπειές τους προφανώς ενσωματώνονται σε μία νέα περίοδο, της οποίας η προέλευση είναι ακριβώς η συμβαντική τομή, ως «εκτός νόμου» τομή.
O ψυχαναλυτής και διευθυντής του περιοδικού αληthεια, Δημήτρις Βεργέτηςθα προλογίσει τον Alain Badiou και θα συντονίσει τη συζήτηση.

Info:
Πέμπτη 25 Ιανουαρίου 2018, στις 19.00| Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών – Αuditorium Theo Angelopoulos
Είσοδος ελεύθερη, μέχρι εξαντλήσεως των διαθέσιμων θέσεων / Ταυτόχρονη μετάφραση

~~~~~~~~~

Λόγω περιορισμένου αριθμού θέσεων, για την αποψινή διάλεξη του Alain Badiou, οι πόρτες του Γαλλικού Ινστιτούτου θα ανοíξουν στις 18.00'.
Η διάλεξη θα μεταδοθεί επίσης ζωντανά μέσω της ιστοσελίδας μας www.ifa.gr και της σελίδας μας στο Facebook. Θα υπάρχει ταυτόχρονη μετάφραση στα ελληνικά.
Την Παρασκευή 26 Ιανουαρίου στις 19.00', ο Alain Badiou θα μιλήσει στο Μέγαρο Μουσικής (στον Πολυχώρο της Μουσικής Βιβλιοθήκης) με θέμα Ποίηση και Φιλοσοφία.
Οργάνωση: εκδόσεις Πατάκης και το ψυχαναλυτικό-φιλοσοφικό περιοδικό αληthεια.
Επίσης
Το Σάββατο 27 Ιανουαρίου στις 19.00', θα μιλήσει στην Α.Σ.Κ.Τ, Πειραιώς 256, Αγ. Ι. Ρέντης (Αμφιθέατρο De Chirico) με θέμα Ο Μάης του ‘68: 50 χρόνια μετά
Οργάνωση: Το ψυχαναλυτικό-φιλοσοφικό περιοδικό αληthεια και η Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών.
~~~~~~~~~

Ce soir, pour la conférence d’Alain Badiou, et en raison du nombre de places limité, l’IFG ouvrira ses portes à 18h00.
La conférence sera diffusée en direct sur le site web et la Page Facebook de l’IFG. Elle sera traduite simultanément en grec.
Vendredi 26 janvier, à 19h 00, Alain Badiou fera une conférence au Megaron (Salle polyvalente de la Bibliothèque de musique) sur le thème : Poésie et philosophie.
Organisation : éditions Patakis et revue de psychanalyse et philosophie αληthεια
Également
Samedi 27 janvier, à 19h00, il fera une conférence à l’École des Beaux-Arts, 256 rue Peiraios, Aghios Rentis (Amphithéâtre De Chirico) sur le thème : Mai 68 : 50 ans après.
Organisation : revue de psychanalyse et philosophie αληthεια et l’École des Beaux-Arts.

_______________

Πέμπτη 11 Ιανουαρίου 2018

Κορνήλιος Καστοριάδης, 20 χρόνια μετά

  Εκδήλωση   

altΠαρουσίαση του βιβλίου της Τέτας Παπαδοπούλου «Για τον Κορνήλιο Καστοριάδη – “Είμαστε υπεύθυνοι για την ιστορία μας”» στο Γαλλικό Ινστιτούτο (Σίνα 31), την Πέμπτη, 18 Ιανουαρίου.
Επιμέλεια: Λεωνίδας Καλούσης *
Στις 26 Δεκεμβρίου 2017 συμπληρώθηκαν είκοσι χρόνια από τον θάνατο του Κορνήλιου Καστοριάδη. Με αφορμή αυτή την επέτειο, οι εκδόσεις Κριτική εξέδωσαν πρόσφατα το βιβλίο της δημοσιογράφου Τέτας Παπαδοπούλου Για τον Κορνήλιο Καστοριάδη – “Είμαστε υπεύθυνοι για την ιστορία μας”, η παρουσίαση του οποίου θα γίνει την Πέμπτη, 18 Ιανουαρίου 2018 στο Γαλλικό Ινστιτούτο (Auditorium Theo Angelopoulos), Σίνα 31, στις 19:00.
«Ο ελληνικός λαός –όπως και κάθε λαός– είναι υπεύθυνος για την ιστορία του, συνεπώς, είναι υπεύθυνος και για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα».
Κορνήλιος Καστοριάδης
Ο ευσύνοπτος τόμος εξοικειώνει τον αναγνώστη με την πολυδιάστατη και συναρπαστική σκέψη του έλληνα διανοητή: τις βασικές φιλοσοφικές του ιδέες, την αντίληψή του για τη Δημοκρατία, τις θέσεις του για την κρίση των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών. Αποτελείται δε από τρία μέρη –Λόγος άμεσος, Λόγος ίδιος, Λόγος των άλλων– και ολοκληρώνεται με ένα Επίμετρο. Το πρώτο μέρος περιλαμβάνει δύο μεγάλες συνεντεύξεις του Κορνήλιου Καστοριάδη. Το δεύτερο απαρτίζεται από πέντε κείμενα, παρεμβάσεις και ομιλίες του. Στο τρίτο μέρος γράφουν για τον Κορνήλιο Καστοριάδη προσωπικότητες όπως οι Πιερ Βιντάλ-Νακέ, Άνταμ Μίχνικ, Εντγκάρ Μορέν, Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ, Άκι Ορρ, Οκτάβιο Πας, Λάκης Προγκίδης, Γεράσιμος Στεφανάτος και Τζόελ Γουάιτμπουκ. Στο Επίμετρο παρουσιάζεται μια ακόμη συνέντευξη με θέμα αποκλειστικά τη νεοελληνική περίπτωση.
«Ο ελληνικός λαός –όπως και κάθε λαός– είναι υπεύθυνος για την ιστορία του, συνεπώς, είναι υπεύθυνος και για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα», γράφει ο ίδιος ο Καστοριάδης. Και συνεχίζει αλλού: «Για όποιο κακό συνέβη στην ιστορία μας, ο ελληνικός λαός δεν φέρει καμία ευθύνη. Έτσι, μόλις έρθουν τα δύσκολα και πάρουμε λάθος αποφάσεις και ακολουθήσουν οι συνέπειες των δικών μας λαθών, τι κάνουμε; Ρίχνουμε τις ευθύνες στους άλλους. Πάντα φταίει κάποιος άλλος. Ποτέ εμείς. Για κάθε καταστροφή υπεύθυνοι είναι άλλοι, οι οποίοι εισέβαλλαν, οι οποίοι μας ξεγέλασαν, οι οποίοι μας εκμεταλλεύτηκαν, κ.λπ. Ως πότε όμως; Ως πότε θα ρίχνουμε τις ευθύνες στους άλλους;»
kornilios kastoriadis 20 xronia metaΘα μιλήσουν:
Περικλής Βαλλιάνος, καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Νίκος Μαραντζίδης, καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας
Ανδρέας Παππάς, μεταφραστής-επιμελητής κειμένων
Τέτα Παπαδοπούλου, συγγραφέας του βιβλίου-δημοσιογράφος 
Εκδήλωση στα ελληνικά - Είσοδος ελεύθερη 
Το βιβλίο της Τέτας Παπαδοπούλου Για τον Κορνήλιο Καστοριάδη – “Είμαστε υπεύθυνοι για την ιστορία μας" κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κριτική.